Ο Άλεξ είναι ένας παραμυθάς που ζει στην καρδιά της Τρανσυλβανίας ή στα σύννεφα. Είναι Ρουμάνος; Επίσημα, ναι, μα…
Ποιος είναι ο Άλεξ;
Ο Άλεξ Γκλοντ είναι ο τρίτος συγγραφέας που γνωρίζω και είναι ένας γοητευτικός φίλος μου. Την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε, μερικους μήνες πριν, πίστεψα πως ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερος από την ηλικία του, ενώ εκείνος μου απηύθυνε το λόγο με ένα «Γεια σου, ξένη»! Είναι παραμυθάς, καλλιτέχνης, εκπαιδευτής, συγγραφέας· μαγειρεύει, ετοιμάζει τις αποσκευές του για μακρινά ταξίδια στο εξωτερικό σε τριάντα λεπτά και καθαρίζει τέλεια το δωμάτιό του – ή, τουλάχιστον, αυτό ισχυρίζεται. Πιστεύει στην αγάπη, γελάει σαν παιδί, τραγουδά στο πάρκο τραγούδια του Λούις Άρμοστρονγκ κάθε πρωί, αρκετά δυνατά ώστε να τον ακούν όλοι τριγύρω και όταν μιλάει, μοιάζει να έχει ζήσει στον κόσμο τούτο πάνω από εκατό χρόνια. Λέει πως ο εφιάλτης του είναι να ζει σε ένα έρημο νησί χωρίς ανθρώπους, γιατί τους χρειάζεται γύρω του. Κανονίσαμε μια τηλεφωνική συνέντευξη· όταν σήκωσε το ακουστικό του είπα “Buna ziua, ce faci?” και εκείνος απάντησε στα αγγλικά «Είμαι καλά, αγαπητή μου, εσύ; Α, μίλησες στα ρουμανικά ή μιλάω με κάποιον άλλο;»
Γεννημένος το Νοέμβρη του 1988, ο Άλεξ είναι «βαθιά ευγνώμων στην αγαπημένη [του] μητέρα που τον κράτησε μέσα της για εννέα μήνες». Κατάγεται από τη μικρή πόλη Μπαρλάντ της Ρουμανίας που αποφάσισε να την εγκαταλείψει, αφού υπέστη διάφορα τραύματα, και να δουλέψει πρώτα σαν χτίστης («Αν και κανείς δεν το πιστεύει όταν με κοιτάζει», λέει) και έπειτα σαν μπάρμαν. Κατάλαβε πως δεν είχε κανένα κέρδος πέραν της σωματικής άσκησης και πως ξόδεψε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σχεδόν για το τίποτα, οπότε επέστρεψε στο Μπαρλάντ, το οποίο σύντομα άφησε ξανά για το Σιμπίου, όπου ξεκίνησε τις σπουδές του στις Διεθνείς Σχέσεις και τις Ευρωπαϊκές Σπουδές («Για κάποιον περίεργο λόγο, φίλτατη, ήθελα να μπω στην πολιτική»). Από τη στιγμή αυτή και έπειτα, ο Άλεξ συμμετείχε στη διεθνή φοιτητική οργάνωση AIESEC και ανακάλυψε το πάθος του για την εκπαίδευση και το… διεθνισμό!
Και η γλώσσα που μιλά είναι…
Ο Άλεξ μιλά αγγλικά με βρετανική προφορά και το αξιοπερίεργο του πράγματος είναι πως η «βρετανική» φωνή του είναι διαφορετική από τη «ρουμανική», με το πρόσωπό του να αλλάζει επίσης. Ευγενικό και εύθραυστο όταν μιλά στα αγγλικά, μοιάζει κατεργάρης όταν μιλά στα ρουμανικά – συνοφρωμένος, με τα χείλη του ελαφρώς ανοιχτά. Τα βιβλία του είναι γραμμένα στα αγγλικά. Γιατί αφηγούμαι την ιστορία του, όμως; Γιατί τα βιβλία του ο Άλεξ τα έγραψε «με την καρδιά του» – στην πραγματικότητα, είναι «η ιστορία της ζωής [του], εμπλουτισμένα με στοιχεία ψυχολογίας και αυτοβελτίωσης, για να έχουν και κάτι από τη δουλειά [του]»· δεν παύουν, όμως, να είναι η ιστορία ενός Ρουμάνου γραμμένη στα αγγλικά…
…Γιατί;
Υπάρχουν παραδείγματα συγγραφέων που γράφουν σε άλλη από τη μητρική τους γλώσσα, όπως ο Βασίλης Αλεξάκης, που γράφει στα γαλλικά. Όμως: έκανε κάτι τέτοιο έχοντας ζήσει αρκετά χρόνια στη Γαλλία. Ο Άλεξ, εκτός από τις μικρές περιόδους που πέρασε στην Ευρώπη για διάφορες εκπαιδευτικές δραστηριότητες που διοργάνωσε, ζει στη χώρα του και δεν είχε κανένα λόγο να μη γράφει στα ρουμανικά και έπειτα να μεταφράσει τα βιβλία του ή να αναθέσει τη μετάφρασή τους σε κάποιον επαγγελματία μεταφραστή.
Ισχυρίζεται πως νιώθει «εντελώς άνετα με την ξένη αυτή γλώσσα» και πως «δεν πρόκειται για ‘προώθηση’ της καριέρας του σε διεθνές επίπεδο, στοχεύοντας επίσης σε διεθνείς πελάτες. Είμαι αληθινός όταν μιλώ στα αγγλικά, δεν τα χρησιμοποιώ σαν κάλυμμα για κάτι που δυσκολεύομαι να πω στη μητρική μου γλώσσα, όπως κάνουν οι άνθρωποι όταν ντρέπονται να χρησιμοποιήσουν μια λέξη στη γλώσσα τους ή για να μιλήσουν για θέματα-ταμπού, για παράδειγμα».
ΣΙΜΠΙΟΥ, ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΖΕΙ Ο ΑΛΕΞ © Anastasia Karouti
Πώς αλλάζει την αντίληψη κάποιου η εκτεταμένη χρήση της ξένης γλώσσας;
Ο Άλεξ υποστηρίζει πως η αγγλική τον βοηθά να κατανοήσει καλύτερα τον κόσμο, μιας και είναι μια καθολική γλώσσα. Του προσφέρει «μια ευρύτερη θεώρηση των πραγμάτων» και «έχει στο λεξιλόγιό της τις έννοιες που θέλει να καλύψει, κάτι που η μητρική του γλώσσα, η ρουμανική (româneşte), αδυνατεί να κάνει». Πέρα από όλα αυτά, ο Άλεξ εκμυστηρεύεται πως το ότι γράφει στα αγγλικά του δίνει τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε ένα πιο ευρύ κοινό και να γίνει αυτός, ένας Ρουμάνος συγγραφέας, γνωστός έξω από τα σύνορα της πατρίδας του. Πιστεύει πως «υπάρχουν πολλοί αγγλόφωνοι συγγραφείς στον κόσμο και πως σε σύγκριση με αυτούς οι Ρουμάνοι συγγραφείς είναι πολύ λίγοι», κάτι που σκοπεύει να αλλάξει (δεν είναι τόσο τρελός ώστε να συναγωνιστεί έναν Ιονέσκο, αλλά στο τομέα του…).
Νιώθει πιο κοσμοπολίτης ο Άλεξ όταν μιλά στα αγγλικά; Γενικά, αναζητά την παρέα ξένων, τον γοητεύουν και μπορεί να δώσει καλές εξηγήσεις για όλα αυτά. Φταρνίζεται, του εύχομαι “Noroc!” («Γείτσες!»), παίρνω ως απάντηση ένα άψογο ευχαριστώ στα αγγλικά και συνεχίζει την ανάλυσή του, μιλώντας σαν γλωσσολόγος, ακόμη κι αν δεν έχει μελετήσει γλωσσολογία.
Ο ΑΛΕΞ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ ©Alex Glod
Άλεξ, ο γλωσσολόγος
Εξηγεί πως «οι λέξεις εμπεριέχουν κάτι παραπάνω από ένα απλό νόημα, πως μεταφέρουν μια εντελώς διαφορετική προοπτική και ένα άλλο πολιτισμικό υπόβαθρο». Πιστεύει πως εάν κάποιος έχει βαθιά γνώση μιας ξένης γλώσσας μπορεί να βρει μια κοινή οδό συνεννόησης με άλλους ανθρώπους, μέσω κοινών εμπειριών που βίωσαν στην ξένη γλώσσα. Για να δώσει ένα παράδειγμα, ο Άλεξ λέει πως υπήρχαν πολλές σειρές κινουμένων σχεδίων τη δεκαετία του 1990, όταν ήταν παιδί. Παρακολουθούσε κάποιες από τις σειρές αυτές, όπως και οι ξένοι φίλοι του. Το γεγονός ότι μπορούν να μιλήσουν «για ένα κοινό βίωμα σε μία τρίτη γλώσσα είναι κάτι μαγικό, καθώς νιώθει πως τούς δίνει ένα κοινό ‘κώδικα’ και ένα δυνατό δεσμό του μοιράσματος ενός κοινού βιώματος». Έτσι, ο Άλεξ πιστεύει πως η καλή γνώση μιας ξένης γλώσσας μας απελευθερώνει, με την έννοια του ότι «μπορούμε να μοιραστούμε εμπειρίες χωρίς τον περιορισμό της πατρίδας ή του τόπου που βρισκόμαστε».
Τι θα κάνει ο Άλεξ στο μέλλον;
Θέλει να ταξιδέψει στις Φιλιππίνες, να εξερευνήσει την Ασία, να συνεχίσει τις σπουδές του στο Νευρογλωσσικό Προγραμματισμό, ίσως να ανακαλύψει κάτι νέο σχετικά με τη γλώσσα. Ίσως επιστρέψει στη Ρουμανία έπειτα από τις Φιλιππίνες με μια ακόμη πιο διεθνή σκοπιά επί των πραγμάτων, ίσως είναι ακόμη πιο… «Βρετανός»! Παραδέχεται πως θέλει να αναπτύξει περισσότερο τον εσωτερικό του κόσμο και τις δυνατότητές του, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας.
Ο Άλεξ αποδεικνύει πως η γλώσσα και ο λόγος είναι κάτι υπέροχο, πώς αυτά τα δίκτυα και τα συμπλέγματα φωνημάτων μπορούν να αλλάξουν τους ανθρώπους. Έχοντας την ιστορία αυτή μέσα στην καρδιά μας, «ας μιλήσουμε, με τη γλώσσα μπορείτε να ανακαλύψουμε τον κόσμο», όπως μας ψιθυρίζει με ενθουσιασμό.